Τετάρτη 31 Μαΐου 2017

Από τη Βουλγαρία

Το άσπρο φτερό

Αγαπημένε μου αδελφέ Ναδίρ,

Η κυρία Ζντράβκα μας είπε να γράψουμε ένα γράμμα σε κάποιον από την οικογένειά μας. Γι’ αυτό , γράφω σ ’εσένα.

           Ξέρεις, όταν μου είπες να φύγω από τη Συρία με τους γείτονές μας, σκέφτηκα ότι θα έρθεις κι εσύ. Είμαι ακόμα πολύ θυμωμένη μαζί σου γι’ αυτό, αλλά θα είμαι καλό κορίτσι και θα σε συγχωρήσω που δεν ήρθες. Γιατί δεν ήρθες; Γιατί με άφησες μόνη μου; Ναδίρ,  πρέπει κι εσύ να έρθεις στη Βουλγαρία. Έχουν χιόνι εδώ (ακριβώς σαν τις ταινίες)!
           Αλλά δεν πρέπει να βιαστείς. Άκουσα ότι κάποιοι άνθρωποι που προσπάθησαν να έρθουν εδώ χάθηκαν στη θάλασσα. Γι’ αυτό  πρόσεξε για να μην χαθείς κι εσύ. Αλλά και αν γίνει αυτό, σου υπόσχομαι ότι θα έρθω να σε βρω (ακριβώς όπως όταν παίξαμε κρυφτό στην αυλή του σπιτιού μας και στο πάρκο με τα ψηλά δέντρα). Μερικοί λένε ότι η μαμά και ο μπαμπάς έχουν ήδη χαθεί. Θα πρέπει να με βοηθήσεις να τους βρούμε.
          Εδώ είμαστε μόνο τα παιδιά που οι γονείς τους έχουν χαθεί και οι δασκάλες μας. Τα καινούργια παιδιά που έρχονtαι είναι όλα κλαψιάρικα. Κλαίνε κάθε βράδυ, αλλά εγώ δεν κλαίω, γιατί ξέρω ότι θα με κορόιδευες, είμαι μεγάλο κορίτσι εγώ…κάνω κουράγιο και υπομονή….έτσι δεν μου είπες όταν με φίλαγες πριν ξεκινήσω για τον άγνωστο δρόμο;
Τώρα, θέλω να σου πω για την κυρία Ζντράβκα. Είναι η καλύτερη δασκάλα που είχα ποτέ! Χθες μας πήρε να πάμε βόλτα στο Πλόβντιβ (είναι η πόλη που ζούμε). Είναι τόσο μεγάλη! Είναι δύο και τρεις φορές το μικρό χωριό μας!!! Και υπάρχουν τόσα πολλά φώτα παντού. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι δεν μπορώ να καταλάβω τι λέει ο κόσμος. Και αυτός είναι ο λόγος που έχουμε την κυρία Ζντράβκα. Αυτή μας διδάσκει τα πάντα. Μας λέει ότι όλοι είμαστε διαφορετικοί και ξεχωριστοί, όλοι αξίζουμε την αγάπη και τη φροντίδα.
Και η κυρία Ζντράβκα μας αγαπάει πραγματικά κι εγώ το καταλαβαίνω. Το καταλαβαίνω από τα μάτια της που δακρύζουν όταν μας βάζει να μιλάμε για τη Συρία. Είναι πολύ σημαντικό λέει να μην ξεχνάμε τον τόπο μας αλλά να τον θυμόμαστε όμορφο όπως ήταν τότε. Μας λέει κι άλλα πράγματα, για τους ανθρώπους, για τη φύση, για τα ζώα, μας μιλάει για τη ζωή, μας λέει πόσο σημαντικό είναι να βοηθάει ο ένας τον άλλο. Γι΄ αυτό κι αυτή βοηθάει εμάς να μεγαλώσουμε, να ξεχάσουμε τον πόλεμο και να τα καταφέρουμε να ζήσουμε σε μια άλλη χώρα, με άλλους ανθρώπους, με άλλη γλώσσα, με άλλες συνήθειες. 
Αλλά αυτός δεν είναι ο λόγος που είναι η καλύτερη δασκάλα. Κάθε βράδυ μας λέει μια ιστορία για ύπνο. Χθες μας είπε για το χελιδόνι με το άσπρο φτερό. Είπε, αν το δούμε όλα τα όνειρά μας θα γίνουν πραγματικότητα. Ο Τζαμάλ (αυτός είναι ο καλύτερός μου φίλος) λέει ότι δεν την πιστεύει, αλλά νομίζω ότι η κυρία λέει την αλήθεια. . Ο Τζαμάλ φοβάται τους ανθρώπους, άνθρωποι σκότωσαν τους γονείς του και έμεινε μόνος του. Δεν έχει εμπιστοσύνη σε κανέναν παρά μόνο σε μένα. Κι εγώ προσπαθώ να του πω ότι όλοι οι άνθρωποι δεν είναι κακοί. Λέει ότι είναι δυνατός αλλά εγώ το βράδυ τον ακούω που κλαίει. Του είπα να μιλήσει με την κυρία Ζντράβκα, του μιλάω κι εγώ κι αυτός σκύβει το κεφάλι και σκέφτεται. Μια φορά μου χάιδεψε το κεφάλι. μου είπε ότι του αρέσουν οι πλεξούδες μου και μου χαμογέλασε. Ήταν όμορφο το χαμόγελό του!
 Η δασκάλα μας κάνει πλεξούδες σε όλα τα κορίτσια. Είπε ότι τα δικά  μου μαλλιά είναι χρυσά σαν το σιτάρι που κάνουμε το ψωμί και τώρα τα παιδιά με φωνάζουν «ψωμί-κορίτσι».
Μεγάλε μου αδελφέ, σε παρακαλώ να έρθεις εδώ όσο πιο σύντομα μπορείς. Πριν από λίγο καιρό ένας άνθρωπος είπε στον Tζαμάλ ότι οι γονείς του δεν θα έρθουν γι’ αυτόν ποτέ…ότι πέθαναν κάπου σε κάποιο μέρος…. Φοβήθηκα όταν τον άκουσα να κλαίει όλη τη νύχτα.
Γι’ αυτό τώρα βγαίνω κάθε μέρα και ψάχνω το χελιδόνι με το άσπρο φτερό. Θέλω να του πω να σε φέρει εδώ. Φοβάμαι μόνη μου, φοβάμαι μήπως μου πουν και μένα ένα άσχημο νέο, φοβάμαι μήπως δεν σε ξαναδώ…..

Έλα εδώ γρήγορα.
Σ΄αγαπώ πολύ, ΄Aσα
Υστερόγραφο: Να μη χαθείς!

Το μάθημα τέλειωσε και τα παιδιά όλα έδωσαν τις επιστολές τους στην δασκάλα.
Η Άσα σηκώθηκε και πήγε κοντά στο παχουλό αγόρι.
Έλα , Tζαμάλ ας πάμε να βρούμε το χελιδόνι με το άσπρο φτερό! είπε η Άσα καθώς τον έσερνε έξω από την τάξη.
-Τα χελιδόνια έρχονται εδώ μόνο το καλοκαίρι, ψωμί-κορίτσι- γκρίνιαξε το αγόρι, αλλά το κορίτσι περπατούσε μπροστά, προσποιούμενη ότι δεν τον είχε ακούσει.
Έβαλαν τα μπουφάν τους και βγήκαν στη χιονισμένη αυλή. Ο Tζαμάλ και η Άσα σύντομα ξέχασαν τι έπρεπε να ψάξουν και άρχισαν να παίζουν με το χιόνι μέχρι που η δασκάλα τους φώναξε να μπουν μέσα. Το αγόρι πήγε  πρώτο. Μόλις έμεινε μόνη η Άσα κοίταξε γύρω της κρυφά πριν αρχίσει να φωνάζει:
-Κύριε χελιδόνι! Κύριε χελιδόνι! Θέλω τον μεγάλο αδελφό μου να έρθει εδώ! Τον λένε Ναδίρ και είναι από τη Συρία!!!
 Η Άσα ήξερε ότι τα παιδιά μέσα στην τάξη πιθανώς να γελούσαν μαζί της. Μετά από λίγο η κοπέλα έσκυψε κάτω στο χιόνι. Καυτά δάκρυα κύλισαν στα μάγουλά της.
-Θέλω τον αδελφό μου …Θέλω τον Ναδίρ. -μουρμούρισε- Θέλω την οικογένειά μου πίσω. Δεν θέλω να είμαι μόνη μου πια.
Η κοπέλα έλπιζε με όλη την μικρή καρδιά της ότι θα δει το λευκό πουλί.
Κάτι προσγειώθηκε στο κεφάλι της και αυτή πήδηξε πάνω από έκπληξη. Η  Άσα κοίταξε ψηλά και είδε την κυρία Ζντράβκα να της χαμογελάει. Το κοριτσάκι σκούπισε με μανία τα δάκρυα από το πρόσωπό της.
-Δεν έκλαιγα, κυρία- μουρμούρισε. Η δασκάλα κοίταξε μακριά …...
-Ας πάμε να του δώσουμε το γράμμα σου.- είπε.
-Να δώσουμε το γράμμα μου σε ποιον, κυρία; Ρώτησε η Άσα τρέμοντας από το κρύο. Η δασκάλα έδειξε με το χέρι της μακριά, προς το φράχτη. Εκεί στεκόταν ένα πουλί με άσπρο φτερό, σχεδόν αόρατο στο χιόνι.
- Αυτό σημαίνει ότι ο αδελφός μου θα επιστρέψει; - ρώτησε το κορίτσι και ακολούθησε την δασκάλα μέσα στο κτήριο.
-Αν το ελπίζεις και το εύχεσαι πολύ δυνατά, με όλη σου την καρδιά τότε ναι, θα έρθει- απάντησε η γυναίκα.
Ένα αγόρι ηλικίας κάτω των είκοσι με φθαρμένα ρούχα πλησίασε τα σύνορα. Η ταμπέλα μπροστά του έλεγε: «Βουλγαρία». Στην κορυφή της είδε ένα πουλί. Ένα χελιδόνι με άσπρο φτερό. Παραξενεύτηκε και πήγε κοντά του.  Στο στόμα του υπήρχε μια επιστολή, "στο μεγάλο μου αδελφό Ναδίρ» έλεγε ο φάκελος. Το αγόρι χαμογέλασε.

-Ήδη αισθάνομαι ευπρόσδεκτος εδώ.-μουρμούρισε πριν πάει στο σημείο ελέγχου.
 Το χτυποκάρδι του μεγάλωνε όσο πλησίαζε ….…θα περάσει άραγε; Θα καταφέρει να συναντήσει την Άσα ; 

Οι φύλακες τον κοίταξαν, κοίταξαν και τα χαρτιά του ,ήταν σοβαροί και αμίλητοι, η καρδιά του πήγαινε να σπάσει μέχρι να ακούσει το добре дошъл (καλώς όρισες)!!!! Πέρασε και κάθισε στην άκρη του δρόμου . Και τότε ο Ναδίρ θυμήθηκε, θυμήθηκε γιατί την είχε στείλει μακριά. Γιατί την έστειλε μακριά του, μακριά από τους φίλους και τους γείτονές τους. Τα 300€ που είχε δεν ήταν αρκετά για να πάνε μαζί και ήξερε αυτό που του είχε πει ο πατέρας του «οι αθώοι πρώτοι χάνουν τη ζωή τους σε καιρό πολέμου».  Ξανακοίταξε το γράμμα που κρατούσε κλειστό ακόμα στα χέρια του και μια ζεστή φωτιά άναψε μέσα του. Την είχε σώσει από τη φρίκη!! Ήταν μόνο θέμα χρόνου πριν να είναι ξανά μαζί!!!

Ружа Чучури  3o έτος Βουλγαρικής & Νεοελληνικής γλώσσας Πανεπιστήμιο Πλόβντιβ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εδώ μπορείτε να προσθέσετε το σχόλιο σας. Προσέχουμε τα σχόλια μας να τηρούν τον κώδικα δεοντολογίας.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.